gallery fammiliar-unfamiliar

ΣΟΦΙΑ ΤΖΙΜΑ / Η Αξία, Σάββατο 4 Απριλίου 2009

 

Έκθεση φωτογραφίας του Χρίστου Σιμάτου παρουσιάζεται στην Αίθουσα Τέχνης Αθηνών από τις 2 Απριλίου και μέχρι τις 2 Μαΐου.
Γράφει η Σοφία Τζίμα, ιστορικός τέχνης, για τον Χρίστο Σιμάτο και το έργο του:
Στην πρώτη ατομική έκθεση του Χρίστου Σιμάτου, που παρουσιάζεται από τις 2 Απριλίου έως τις 2 Μαΐου στην Αίθουσα Τέχνης Αθηνών, έχουμε την ευκαιρία να δούμε μια νέα προσέγγιση στη θεματική των ερειπίων.
Ο τρόπος με τον οποίο φωτογράφισε το εγκαταλελειμένο «Ξενία» της Πάρνηθας είναι εντυπωσιακός.
Με θέμα έναν εσωτερικό διάδρομο του κτιρίου, ο καλλιτέχνης έχει δημιουργήσει ένα είδος πανοράματος, μια καμπύλωση του χώρου, χρησιμοποιώντας μια δική του τεχνική ψηφιακής αποτύπωσης.
Η υψηλή ανάλυση της φωτογραφίας οδηγεί τον θεατή να προσέξει λεπτομέρειες όπως θραύσματα, σκόνη, ίχνη μπογιάς, ενώ το μγάλο μέγεθος (υ. 1,9 x π. 4 μέτρα) δημιουργεί την ψευδαίσθηση ότι ο τοίχος της γκαλερί είναι μια δίοδος προς το «Ξενία».
Το πιο ενδιαφέρον είναι ότι η ίδια η φωτογραφία έχει θραυσματική μορφή: είναι τυπωμένη σε πλακάκια τα οποία σταδιακά «ανοίγουν» και ενσωματώνονται στον πραγματικό χώρο...

Ετεροτοπία
Στην ουσία το έργο λειτουργεί ως εγκατάσταση που επεξεργάζεται την έννοια της ετεροτοπίας, που διατύπωσε ο φιλόσοφος Μichel Foucault. Aφενός έχει ως θέμα έναν χώρο έξω από το κανονικό, καθώς το «Ξενία» αρχικά ήταν σανατόριο, στη συνέχεια ξενοδοχείο, σήμερα ερείπιο. Αφετέρου αποτελεί το ίδιο έναν τόπο μεταβατικό, μεταξύ του πραγματικού και του φανταστικού.
Σύμφωνα με τον καλλιτέχνη, πυρήνας της δουλειάς του είναι η σχέση μεταξύ οικείου και ανοίκειου, ζωντανού και νεκρού: «Χρησιμοποιώντας τις πανοραμικές εικόνες από το "Ξενία" σαν δομικό υλικό (όταν καλύπτουν τους τοίχους ενός πραγματικού δωματίου), πραγματοποιείται η μεταμόρφωση του χώρου σε ξένο, ανοίκειο. (...) Σκοπός αυτών των εγκαταστάσεων είναι να έρθει ο θεατής αντιμέτωπος με έναν ξένο γι' αυτόν χώρο. Κοντολογίς, να βιώσει κατά τέτοιον τρόπο τον θάνατο του χώρου, ώστε αυτό το γεγονός να αποτελέσει αφορμή να αναγνωρίσει την αξία που έχει για τον ίδιο ο οικείος χώρος του».

Ερείπια
Τα ερείπια ως θέμα εμφανίστηκαν στη ζωγραφική και στην ποίηση από την Αναγέννηση και μετά. Πρώτα έγινε αντιληπτή η μεταφορική τους σημασία (για παράδειγμα, μπορούν να αποτελέσουν μεταφορές της ηθικής κατάπτωσης του ανθρώπου ή της προσωρινότητας των έργων του). Ακολούθησε, τον 16ο αιώνα, η ανακάλυψη της αισθητικής τους αξίας -έκτοτε έγινε ένα κλισέ η γοητεία της φθοράς, μέχρι που αναδείχθηκαν σε ένα από τα κατεξοχήν σύμβολα της ρομαντικής αισθητικής. Η αποσπασματικότητά τους, ο ανοιχτός χαρακτήρας τους, η ιδιότητά τους να λειτουργούν ως μεταφορείς, η αίσθηση του ανοίκειου που προκαλούν, είναι στοιχεία που ταιριάζουν στη σύγχρονη τέχνη και τα αξιοποιεί.
Η διαφορά είναι ότι σήμερα ως ερείπια δεν αντιλαμβανόμαστε μόνο τα αρχαία κτίσματα ή τα κάποτε μεγαλοπρεπή μνημεία, αλλά και έναν βιομηχανικό χώρο, ένα εγκαταλελειμμένο ξενοδοχείο, ένα άχρηστο μηχάνημα. Σε κάθε περίπτωση, ιδιαίτερη σημασία έχει η ιδιότητα των ερειπίων να μετατρέπουν τη μελέτη του χώρου σε στοχασμό για τον χρόνο. Σύμφωνα με τον καθηγητή του Σιμάτου στην ΑΣΚΤ, Μάριο Σπηλιόπουλο, «η φωτογραφική αποτύπωση των ερειπωμένων κτισμάτων γενικά είναι ένα είδος αποτύπωσης της ιστορίας των ανθρώπων που τα κατοίκησαν στο παρελθόν και προβάλλονται, με τα ίχνη που άφησαν, στο παρόν και το μέλλον». Στο καθιερωμένο αυτό θέμα ο Σιμάτος έχει να πει κάτι καινούριο, ενώ σχολιάζει εύστοχα και τις δυνατότητες του ίδιου του μέσου, δηλαδή της φωτογραφίας.